Μια μέρα μόνο άντεξα να δουλέψω στο εργοστάσιο της Pirelli που υπήρχε κάποτε στην Πάτρα. Καθαρισμός των μηχανών με στουπιά και λάδι και των δεξαμενών του φούμο – της πρώτης ύλης των ελαστικών δηλαδή – ήταν η εργασία μου και το μεροκάματο, αν θυμάμαι καλά μετά από τριάντα τόσα χρόνια, 1300 δραχμές. Το σοκ των βρώμικων ρούχων στο τέλος του οκτάωρου και της μαύρης σκόνης που είχε διαπεράσει τα πάντα, και εννοώ τα πάντα, με έβγαλε από κάθε σκέψη να ξαναπάω στη δουλειά και την άλλη μέρα.
Παρέμεινε μια γλυκόπικρη ανάμνηση για κάποια χρόνια αυτή η μέρα. Κυρίως πικρή, ως βίωμα απάνθρωπης εκμετάλλευσης ευλύγιστων νεαρών που μπορούσαν να χωθούν στα πιο απόκρυφα σημεία των μηχανών και να τα λαδώσουν. Αλλά και γλυκιά γιατί είχα γίνει έστω και για μια μέρα κομμάτι της, πολιτικά θεοποιημένης, βιομηχανικής εργατικής τάξης.
Ξανάρθε στην επιφάνεια αυτή η ανάμνηση στο άκουσμα της πρόθεσης κλεισίματος του εργοστασίου κάπου στο 1991.
Ήξερα ότι χιλιάδες εργαζόμενοι θα βρεθούν αντιμέτωποι με την ανεργία, ακόμα περισσότεροι θα υποστούν την απώλεια της εργασία τους, μια πόλη ολόκληρη θα βυθιστεί όλο και πιο βαθιά στις συνέπειες της αποβιομηχανοποίησης και της παραγωγικής αποδιάρθρωσης που συντελέστηκε εκείνη τη δεκαετία.
Κι όμως, δεν μπόρεσα να κρύψω ένα αίσθημα χαράς που με κυρίευσε. Τέλος, οι καθαρισμοί, τέλος στα μαύρα, με την κυριολεκτική έννοια, μεροκάματα.
Η πορεία του εργοστασίου είναι η συνήθης. Τα μηχανήματα πουλήθηκαν για σκραπ, το εργοστάσιο άνοιξε πάλι στην Τουρκία με ακόμα πιο φθηνά και πιο μαύρα μεροκάματα.
Το πολιτικό κατεστημένο της εποχής, από κοντά και ο πρόθυμος Τύπος, κατηγόρησαν συλλήβδην τους συνδικαλιστές για την άρνησή τους να δεχτούν αύξηση της παραγωγικότητας και μείωση του μισθολογικού κόστους. Όπως σε κάθε αντίστοιχη περίπτωση, αυτό που θεωρείται ελαστικό είναι πάντα το μισθολογικό κόστος, η ανθρώπινη εργασία δηλαδή, ποτέ το κέρδος του εργοστασιάρχη. Αυτό είναι η σταθερά γύρω από την οποία εξαρτάται και ο τόπος εγκατάστασης του εργοστασίου και οι ρυθμοί εργασίας.
Τα θυμήθηκα πάλι με την είδηση του κλεισίματος και της μεταφοράς στην Τουρκία της ΠΙΤΣΟΣ. Δεν υπάρχει συνδικαλιστικό κίνημα σήμερα για να κατηγορηθεί για αυτήν την εξέλιξη αλλά υπάρχει ένας κακός Δήμαρχος που απαίτησε, όπως είπαν, άκουσον άκουσον, να τηρήσει η εταιρεία τον Γενικό Πολεοδομικό Κανονισμό στην επέκταση του εργοστασίου.
Πάντα κάτι θα υπάρχει έτσι κι αλλιώς. Αν δεν είναι οι συνδικαλιστές η ο Δήμαρχος θα είναι οι υπερβολικές απαιτήσεις των οικολόγων ή η γραφειοκρατία του δημοσίου που δεν εξυπηρετεί την πολυεθνική ή οι αυξημένες φορολογικές απαιτήσεις ή η έλλειψη ενίσχυσης της βιομηχανικής δραστηριότητας.
Αυτό που δεν φταίει πάντως ποτέ είναι η αδιαπραγμάτευτη προσμονή κέρδους.
Τα έχει αυτά η παγκοσμιοποίηση.
Το κεφάλαιο μπορεί να μετακινηθεί νόμιμα, ο εργάτης μόνο κρυμμένος στις νταλίκες.
*ο Γιάννης Λάμπρου είναι στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ Αχαΐας, εργαζόμενος στα ΕΛΤΑ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου