Σάββατο 29 Απριλίου 2023

ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΡΧΕΛΑΟ του Ευάγγελου Αντώναρου*

 






Είναι δύσκολο να γράψεις για κάποιο γνωστό πρόσωπο που ήταν πατέρας σου.

Είναι ακόμη πιο δύσκολο να γράψεις όταν αυτό το πρόσωπο ήταν, αποδεδειγμένα, ευρύτατα αγαπητός.
Μιλάω για τον Αρχέλαο που μεσουράνησε ως σκιτσογράφος από τις αρχές της δεκαετίας του 50 μέχρι την δεκαετία του 90 κι έφυγε από τη ζωή, πρόωρα, πριν 25 χρόνια σαν σήμερα. 29 Απρίλη του 1998.
“Μεγάλο παιδί” τον αποκαλούσαν οι συνάδελφοί του.
Άκακος ήταν. Αλλά όχι ανυποψίαστος.
Ήταν πολιτικοποιημένος από τα φοιτητικά του χρόνια, οργανωμένος -- με λεπτομέρειες που δεν ήξερα και μου αποκάλυψε πολλά χρονια μετά ο μακαρίτης πια Νίκος Καραντινός -- στο ΕΑΜ.
Αμετακίνητος δημοκράτης με προοδευτικές για τα χρόνια του αντιλήψεις. Ο πρώτος σκιτσογράφος που έσυραν Παπάγος και Μαρκεζίνης το 1952 στα δικαστήρια. Δεν χαριζόταν στην εξουσία.
Έβλεπε τη ζωή από την ευχάριστη πλευρά κι ας είχε κάτι το αδιόρατα μελαγχολικό στα γκριζογάλανα μάτια του. Ας είχε περάσει όχι και τόσο εύκολα παιδικά χρόνια στην αγαπημένη του Σαλονίκη.
Οι συνάδελφοι του εκτιμούσαν όχι μόνο την ανυστερόβουλη συμπεριφορά του, αλλά και την ενθάρρυνση που έδινε σε — πραγματικά — ταλαντούχους νέους που ονειρεύονταν να μπουν σε αυτό τον δύσκολο και πολύ ανταγωνιστικό χώρο. Μάλλον γι’ αυτό τον είχαν εκλέξει επανειλημμένα “Πρόεδρο” στη Λέσχη τους.
Κάποιοι νομίζουν πως οι σκιτσογράφοι είναι πάντα μέσα στην καλή χαρά γιατί με τις δημιουργίες τους κάνουν τους αναγνώστες να γελούν. Μεγάλο λάθος. Συνήθως κουβαλάνε μέσα τους μια μελαγχολία, ένα σκεπτικισμό κι έχουν ένα ιδιότυπο κοφτό χιούμορ. Βλέπουν πράγματα, χαρακτηριστικά και ιδιότητες στους άλλους και την κοινωνία που ο μέσος άνθρωπος δεν διακρίνει η, πολύ συχνά, προσπερνά.
Έτσι ήταν κι ο Αρχέλαος. ‘Ανθρωπος της παρέας μεν αλλά και με δόσεις εσωστρέφειας. Δεν του άρεσαν οι λεκτικές περιπλοκάδες. Ζωγράφιζε με το θείο δώρο που είχε “όπως έβλεπε”. Κι όταν μια ηθοποιός, κορυφαία στην εποχή της, του παραπονέθηκε πως σ’ ένα σκίτσο της είχε αποδώσει ένα χαρακτηριστικό του προσώπου της που εκείνη θαρρούσε πως την αδικούσε της απάντησε: “Μα αυτό είναι το σήμα κατατεθέν σου που σε κάνει αγαπητή στον κόσμο.” Και δεν την ξαναζωγράφισε.
Όχι γιατί θύμωσε. Σπάνια άλλωστε τον είχα δει θυμωμένο — μερικές φορές με μένα (κι είχε δίκιο!). Όπως έλεγε η σύζυγος του και μητέρα μας Γεωργία “Όταν κατεβάζει τα μουστακια του, φεύγουμε από το δωμάτιο.”
Εκείνος δούλευε συνήθως στο γραφειάκι της μονοκατοικίας στην οδό Φορνέζη στην Καλλιθέα όπου έζησε κι όπου εγώ μεγάλωσα. Κάθε φορά που πάω να δω την 98χρονη μάνα μου, ανοίγω την πόρτα και μπαίνω μέσα. Είναι σαν να τον βλέπω ακόμη καθισμένο εκεί, έχοντας μπροστά τα πινέλα του. Τα πεννάκια του. Τα μπουκαλάκια με τη σινική.
Τον χώρο τον έχουμε διατηρήσει όπως ήταν τη μέρα που μας είπε αντίο. Με τους τοίχους βαμμένους σε αιγιοπελαγίτικο μπλε που εκείνος είχε διαλέξει.

* Δημοσιογράφος και πολιτικός
(Πρωτοδημοσιεύθηκε το περασμένο Σαββατοκύριακο στην Εφημερίδα των Συντακτών που τίμησε μ' ένα αφιέρωμα τη μνήμη του. Τους ευχαριστώ εκ μέρους της οικογένειας μας)
Categories:

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου